Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο αμαρτωλός "Οσκαρουαλδίζων" των παιδικών μας χρόνων

Ξεφυλλίζοντας κάτι παλιά, πολύ παλιά, τετράδια...

Κρύο βαρύ, χειμώνας ὄξω, τρέμουν οἱ φωτιὲς στὰ τζάκια,
τώρα ποιὸς τὰ συλλογιέται τὰ καημένα τὰ πουλάκια!

Τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δένδρα, τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δάση,
τὰ πουλάκια θὰ τὰ πάρει ὁ βοριᾶς ποὺ θὰ περάσει,
ἡ βροχὴ καὶ τὸ χαλάζι κι ὁ βοριᾶς ποὺ θὰ περάσει,
καὶ τὸ χιόνι ποὺ τὸ παίρνουν στὶς αὐλὲς μὲ τὸ φαράσι...

Κι ἂν ἡ νύχτα εἶναι μεγάλη, κι ἔρχεται γιομάτη τρόμους,
κι ἂν ὁ θάνατος ἀπόψε, φέρνει γύρα μὲς τοὺς δρόμους,
κι ἂν ἡ παγωνιὰ θερίζει κι εἶναι δίχως ρουχαλάκια,
δὲ βαριέσαι, ποιὸς θυμᾶται τὰ καημένα τὰ πουλάκια...

Τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δένδρα, τὰ πουλάκια εἶναι στὰ δάση,
τὰ πουλάκια θὰ τὰ πάρει ὁ βοριὰς ποὺ θὰ περάσει.
Στὰ παιδάκια εἶναι τὰ χάδια, στὰ παιδάκια τὰ φιλάκια,
τώρα ποιὸς τὰ συλλογιέται τὰ καημένα τὰ πουλάκια!

Κι ὅταν γίνει, πάλι, βράδυ κι ὅλοι πᾶνε νὰ πλαγιάσουν,
νὰ χωθοῦν μὲς τὰ κρεβάτια, μὴ τυχὸν καὶ ξεπαγιάσουν,
τὰ πουλάκια τὰ καημένα, τὰ πουλάκια, τώρα, πέρα
θὰ χαθοῦν χωρὶς ἐλπίδα νὰ φανοῦν τὴν ἄλλη μέρα...

Το ποίημα αυτό το πρωτοδιάβασα από το αναγνωστικό της Δ΄ Δημοτικού που εκδόθηκε το 1974. Το έγραψε ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο θαυμαστής του Oscar Wilde, ο ασυμβίβαστος αστός ποιητής με τα πολλά ταλέντα και τα πολλά πάθη. Έζησε και πέθανε σαν ήρωας ελληνικής τραγωδίας.

Γεννήθηκε το 1888. Είναι η χρονιά που εμφανίζεται στο προσκήνιο ο Ψυχάρης με το επαναστατικό του μανιφέστο για την δημοτική γλώσσα. Την εποχή αυτή μεσουρανούν τα ελληνικά γράμματα οι Παρνασσιστές, οι λογοτέχνες που επέφεραν το τελευταίο χτύπημα στον ρομαντισμό και πολέμησαν την καθαρεύουσα.
Είναι η εποχή της αναδιοργάνωσης του κράτους από τον Τρικούπη, μια από εκείνες τις περιόδους που η σύγκρουση ανάμεσα στο παλιό και το νέο αποκορυφώνεται. Ο Παλαμάς, αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος, αποτελεί το σημείο τομής της παράδοσης με το πνεύμα της ανανέωσης. Οι νέοι ποιητές ντύνουν την ποίηση με ρεαλισμό, ενώ το διήγημα κερδίζει έδαφος, καθώς οι αναγνώστες διψούν για λόγο πεζό και κατανοητό.
Είναι η γενιά εκείνων που βίωσαν τη χρεοκοπία της Ελλάδας του 1893 και τον πόλεμο του 1897, τους Βαλκανικούς Πολέμους, τον εθνικό διχασμό και τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, τη μικρασιατική καταστροφή και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η ποίηση του νεορομαντικού Λαπαθιώτη, όπως και αυτή του Καρυωτάκη, εκφράζει κυρίως τη νοσταλγία για εκείνο που χάνεται. Οι στίχοι του είναι μία κραυγή για ζωή, για έρωτα και για θάνατο, εκπέμπουν έντονο πάθος και πόνο, ο οποίος μπορεί να μοιάζει πότε - πότε υπερβολικός, αλλά έτσι είναι και η ζωή του ποιητή.

Η ζωή του
Ο πατέρας του, ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης ήταν αξιωματικός του στρατού, πολιτευόμενος και υπουργός Στρατιωτικών μετά το κίνημα στο Γουδί (1909), με καταγωγή από οικογένεια προυχόντων της Κύπρου. Παππούς τού Λεωνίδα ήταν ο Χατζηηλίας από τη Λάπηθο, που σφαγιάστηκε κατά την επανάσταση του '21. Ο πατέρας του, Θεοχάρης κατέφυγε στην Ελλάδα και έλαβε μέρος στην επανάσταση μετά το 1824. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους υπηρετεί στη χωροφυλακή. Ο Λεωνίδας Λαπαθιώτης παντρεύτηκε τη Βασιλική Παπαδοπούλου, η οποία ήταν απόγονος του Γιαννάκη Ραζηκότσικα (ήρωας της εξόδου του Μεσολογγίου) και ανιψιά του Χαριλάου Τρικούπη. Ο Ναπολέων ήταν το μοναδικό τους παιδί.

Λεωνίδας Λαπαθιώτης
Ο πατέρας του δεν χαλάει χατήρι! Δεν διστάζει - παράξενο για στρατιωτικό της εποχής - να τον απαλλάξει από το μάθημα της γυμναστικής στο σχολείο και να του εξασφαλίσει αργότερα μία βολική στρατιωτική θητεία. Είναι εξαιρετικά γενναιόδωρος μαζί του και ο ευσυγκίνητος και ιδιόρρυθμος Ναπολέων ανατρέφεται σε ένα κλίμα φροντίδας, οικονομικής άνεσης και ελευθερίας, μέσα στο οποίο θα εκδηλώσει άφοβα τα ταλέντα του και τις επιθυμίες του.

Λατρεύει τη μουσική και το διάβασμα, ασχολείται μανιωδώς με τη φωτογραφία και διαπρέπει στις ξένες γλώσσες. Το 1901 έγραψε το πρώτο του έργο, ένα έμμετρο δράμα, με τίτλο " Νέρων ο τύραννος", το οποίο ο πατέρας του τύπωσε και του το έκανε δώρο. 
Σε ηλικία 14 ετών, παίρνει το πρώτο βραβείο του περιοδικού " Διάπλασις των Παίδων" σε διαγωνισμό μετάφρασης από τα γαλλικά. Η βράβευσή του συνοδεύτηκε από το εξής σχόλιο: "Ἦτο τῳόντι μία μετάφρασις ὄχι μόνον πιστή, ὄχι μόνον ἀπηλλαγμένη γαλλισμῶν, ἀλλά καῖ ἱδιόρρυθμος, ὡραῖα, χαρακτηριστική, εἰς ζωντανήν ὁμιλουμένην γλῶσσαν" (τεύχος Ιαν. 1903). 

Γράφει ο ίδιος για τη συνδρομή του στο περιοδικό: «Κι ένα απόγεμα παίρνοντάς με από το χέρι με πήγε στα γραφεία της Διαπλάσεως των Παίδων και μ΄ έγραψε συνδρομητή. Θυμάμαι τον Ξενόπουλο, με τα γυαλάκια του, που σηκώθηκε από το γραφείο του κι ήρθε και με χάιδεψε, ρωτώντας με τι ψευδώνυμο ήθελα να πάρω, κι εγώ του αποκρίθηκα «Αιθήρ». Κι από τότε έγινα, για χρόνια ο «Αιθήρ»της Διαπλάσεως των παίδων».

Το 1905 εισάγεται στη νομική σχολή, απ'όπου θ' αποφοιτήσει κανονικά, χωρίς ποτέ να ασκήσει το επάγγελμα. 

Το 1910 δημοσιεύει στο περιοδικό "Ανεμώνη" το "αμαρτωλό" ποίημα, το οποίο ξεσήκωσε εναντίον του τη συντηρητική κοινωνία της Αθήνας με επικεφαλής στον εναντίον του αγώνα τον Σπύρο Μελά. 

Κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι,
κι όλο θόλωνε, όλο μέλωνε
το γλυκό σου μάτι,

και τα χέρια σου πλεκόντουσαν
στο κορμί μου γύρω-γύρω
κι έπινα μέσ’ από τα χείλια σου,
γλυκιάν άχνα σαν το μύρο,

και σταλάζανε απ’ τα χείλια σου
γλυκά λόγια σαν τα μύρα,
κι ήταν άσπρό το κρεβάτι μας
κι οι μπερντέδες σαν πορφύρα…

Έτσι, αγάπη μου, σε χόρτασα
Κι έτσι, τη γλυκάδα σου ήπια
μέσα στ’ άνομα αγκαλιάσματα
στ’ άνομα τα καρδιοχτύπια

κι απ’ το μέλι ποθοπλάνταζε
το κορμί σου και το μάτι
κι οι μπερντέδες ήταν κόκκινοι
κι ήταν άσπρο το κρεβάτι…

Στις 30 Μαΐου 1910, ο Μελάς γράφει στην εφημερίδα "Εστία" το παρακάτω κείμενο με τίτλο "Η σάρκα! Η σάρκα!" (περίεργος τίτλος για έναν άνθρωπο, ο οποίος ήταν μανιώδης γυναικάς).
Σπύρος Μελάς
Αυτά έγραψε ο Μελάς: "Ὑψώνω τήν φωνήν μου μαζί μέ τηή Ἐστίαν καἰ τόν Γ.Τσοκόπουλον ἐναντίον τῶν ἀχαρακτηρίστων τάσεων μερίδος τῆς φιλολογούσης νεότητος, ἡ ὁποία ἴσως εἶναι καί ἡ μόνη. Αὐτό τό βδελυρόν φυλλάδιον ἡ Ἀνεμώνη, ἀποτελεῖ στάδιον ἀνοικτόν διά ψυχοπαθολογικάς μελέτας μεγάλου κοινωνικοῦ ἐνδιαφέροντος... Ποίον ἔστησαν ὑπόδειγμά των; Τόν Ὄσκαρ, τόν Οὐάιλδ τῶν δικαστηρίων καί τῶν σκανδάλων, ἤ τόν ποιητήν καί τόν αἰσθητικόν; Εἶναι φανερόν, άπό τά ἔργα των, ὅτι τόν πρῶτον: Διότι οἱ δρᾶσται παρομοίων βαναυσουργημάτων εἶναι ἀδύνατον νά εἶναι μαθηταί τοῦ ποιητοῦ, ὁ ὁποῖος ἀνήγαγε τόν νόμον τῆς ὡραιότητος εἰς νόμον ἡθικής, κηρύξας ότι "ηθικόν είναι παν ό,τι ωραίον". Και φαίνεται, πράγματι, ότι αυτό συμβαίνει, αν πιστεύσει κανείς τάς διαδόσεις τῶν παρασκηνίων. Κατά τάς διαδόσεις αὐτάς, κ Είσαγγελεῦ, πολλοί ἀπό τούς Ὀσκαρουαλδίζοντας νέους ἴδρυσαν καί σύλλογον κατά τῆς ἀνδρικῆς ἀρετῆς: Ὀφείλετε λοιπόν νά ἐξακριβώσετε τά πράγματα καί νά διδάξετε εἰς τά ψυχοπαθῆ αυτά ὄντα, ὅτι τό πνεῦμα καί ἡ τέχνη δέν εἶναι δυνατόν νά ἔχουν καμμίαν σχέσιν μέ τάς βαναύσους ὀρέξεις διεστραμμένων φύσεων, καί ὅτι δέν ἐπιτρέπεται ἀτιμωρητί νά στεγάζονται ὑπό τήν ἐπικεφαλίδα ὀνομάτων, τά ὁποία ψιθυρίζουν μέ κατάνυξιν αἱ Παρθένοι τοῦ Ἐλικώνος, αἱ βδελυρότεραι τῶν ἀσθενειῶν."

Ώστε το πρόβλημα με τον Λαπαθιώτη και τους λοιπούς "Οσκαρουαλδίζοντες" δεν ήταν η ροπή τους προς τα έργα της σάρκας, αλλά η προσβολή που υπέστη η "ανδρική αρετή". Το μένος του ήταν τόσο μεγάλο, που δεν δίστασε να λοιδορήσει τον πατέρα του Ναπολέοντα δημοσίως με τη φράση "Έναν έβγαλες καημένε, αλλά...", για να λάβει την απροσδόκητη απάντηση "έναν, αλλά Ναπολέοντα"! 

Είναι πραγματικά εντυπωσιακή η στάση της οικογένειας του Λαπαθιώτη, για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Οι "αμαρτωλές" συντροφιές του, νεαροί άντρες του αθηναϊκού υποκόσμου, σύχναζαν με μεγάλη άνεση στο σπίτι των γονιών του, οι οποίοι ήταν υποστηρικτικοί σε οποιαδήποτε επιλογή του μοναχογιού τους. "Νυχτερίδα" τον αποκαλούσαν, γιατί κυκλοφορούσε μόνο τη νύχτα.
Πληροφορίες για τη φωτογραφία εδώ

Στὸ νυχτερινὸ κέντρο

Τώρα ποὺ παίζει τὸ βιολὶ κι ἔχουμε πιεῖ τόσο πολύ,
ποὺ μ᾿ ἕναν ἔρωτα τρελὸ σὰ νά ῾μαστε δεμένοι,
σ᾿ ἕνα συντρόφεμα ζεστό, βᾶνε ξανὰ νὰ ζαλιστῶ,
μέσ᾿ στ᾿ ὄνειρό σου νὰ κλειστῶ. Τὸ μόνο ποὺ μοῦ μένει.

Γιατὶ ἂν λείψει τὸ κρασὶ κι φύγεις ἄξαφνα κι ἐσὺ
καὶ βουβαθεῖ καὶ τὸ βιολὶ μὲ τὸ γλυκὸ βραχνᾶ του,
μεσ᾿ στῆς καρδιᾶς μου τὸ κενό, μεγάλο σὰ τὸν οὐρανό,
θ᾿ ἀκούσω πάλι τὸ βραχνὸ τραγούδι τοῦ θανάτου...

Το 1916 μεταβαίνει στη Θεσσαλονίκη μαζί με τον πατέρα του προς υποστήριξη του νεοσύστατου "κράτους της Θεσσαλονίκης" και της πρότασης Βενιζέλου για έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο. Εκδηλώνει μάλιστα τα αντιβασιλικά του αισθήματα με πολύ έντονο τρόπο, αλλά γι'αυτό δείτε περισσότερα εδώ.

Μετά την ήττα του Βενιζέλου, το 1920, φεύγει με την οικογένειά του για την Αίγυπτο. Εκεί θα γνωριστεί με τον Καβάφη.Το 1922, με επιστολή του στον αρχιεπίσκοπο ζητά τη διαγραφή του από το χριστιανικό ποίμνιο. 
Το 1937 χάνει τη μητέρα του και το πλήγμα ήταν γι' αυτόν τεράστιο. Είναι ήδη εθισμένος στα ναρκωτικά, απόλυτα εξαρτημένος από την οικογένειά του και αφημένος σε ό,τι του προσφέρει απόλαυση.
Την επόμενη χρονιά, σε ένα ποιητικό παιχνίδι γράφει το παρακάτω ποίημα, το οποίο είναι πρόδρομος ενός κινήματος που θα εμφανιστεί στην Ευρώπη επτά χρόνια αργότερα. Το κίνημα ονομάστηκε Lettrisme (από το lettre = γράμμα) κι εκφράζει την τάση απελευθέρωσης από το νόημα των λέξεων και την αποθέωση της ήχησης. 

ΒΑΟ, ΓΑΟ, ΔΑΟ

Ζινώντας παβίδονο σαβίνι,
Κι ἀπονιβώντας ἐρομιδαλιὸ
Κουμάνισα τὸ βίρο τοῦ λαβίνι
Μὲ σάβανο γιδένι τοῦ Θαλιό.

Κι ἀνέδοντας ἕν᾿ ἄκονο λαβίνι
Ποὺ ραδαγοσαλιοῦσε τὸν ἀλιὸ
Σινέρωσα τὸν ἄβο τοῦ ραβίνι
Σ᾿ ἕνα ἄφαρο δαμένικο ραλιό!

Σουβέροδα στ᾿ ἁλίκοπα σουνέκια
Μέσ᾿ στ᾿ ἄλινα ποὺ δὲν ἐσιβονεῖ
Βαρίλωσα τ᾿ ἀκίμορα κουνέκια.

Καὶ λαδαμποσαλώντας τὴν ὀνὴ
Καράμπωσα τὸ βούλινο διράνι
Σὰν ἄλιφο τουρένι ποὺ κιράνει.


Το 1939 δημοσιεύει την πρώτη του ποιητική συλλογή ("Τα πρώτα ποιήματα"), αλλά η οικονομική του κατάσταση είναι ήδη τραγική. Η μακροχρόνια χρήση ναρκωτικών και η ασυλλόγιστη σπατάλη της οικογενειακής περιουσίας τον οδηγούν στην εξαθλίωση. Έτσι τον βρίσκει ο πόλεμος, φτωχό και αδύναμο, και για να ανταπεξέλθει αναγκάζεται να ξεπουλήσει και τη βιβλιοθήκη του σπιτιού, από τις εντυπωσιακότερες της Αθήνας. Το 1941 χάνει και τον πατέρα του και βυθίζεται στην απόγνωση!
Δύο χρόνια αργότερα επιχειρεί να δημοσιεύσει τη δεύτερη ποιητική του συλλογή, αλλά δεν τα καταφέρνει. Από τότε σκέφτεται την αυτοκτονία και μοιράζεται τις σκέψεις του με τους φίλους του. 

Ἀποχαιρετισμός

Μόνος ᾖρθα, κάποιο βράδυ, κι ἦσαν ὅλοι, γύρω, μόνοι,
κι ὅλοι ξένοι, τραγουδᾶμε, μὲς στὴ νύχτα ποὺ σιμώνει.
Κι ὅσο ζῶ, κι ὅσο μαθαίνω, τόσο νιώθω, ἀλλοίμονό μου,
τὸ βαθὺ καὶ τὸ μεγάλο κι ἀπροσμέτρητο κενό μου.

Τὴ στιγμὴ τοῦ σταυρωμοῦ μου, καὶ γιὰ μόνη συντροφιά μου,
μόλις ἔνιωσα τὰ χέρια ποὺ σταυρῶσαν τὰ καρφιά μου...

Μόνος ᾖρθα, κάποιο βράδυ, μόνος πόνεσα γιὰ λίγο,
μόνος ἔζησα τοῦ κάκου - κι ὅπως ᾖρθα καὶ θὰ φύγω.
Τ᾿ εἶναι τάχα γιὰ τοὺς ἄλλους, ὁ χαμὸς ἑνὸς ἀτόμου;
- κι ὅπως ᾖρθα, καὶ θὰ φύγω, μόνος μὲς στὸ θάνατό μου...

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης αυτοκτόνησε με περίστροφο στις 7 Ιανουαρίου 1944, στο πατρικό του σπίτι, Κουντουριώτου και Οικονόμου στα Εξάρχεια και κηδεύτηκε με χρήματα που συγκέντρωσαν οι φίλοι του. 

Το σπίτι του Λαπαθιώτη στα Εξάρχεια σήμερα
Σκεπτέον ἐστί...
Φυσικά, όταν παιδάκι ακόμα διάβασα "τα καημένα τα πουλάκια", δεν είχα την παραμικρή ιδέα για εκείνον που εμπνεύστηκε την εικόνα που σημάδεψε την ψυχή μου. 
Στο παμπάλαιο πια τετράδιο, διαβάζω την ερώτηση στην οποία έπρεπε να απαντήσω κι εντυπωσιάζομαι:  "Αν ο ποιητής μιλούσε σε αυτό το ποίημα για ανθρώπους και όχι για πουλάκια, ποιοι άνθρωποι θα ήταν αυτοί;" 
Δ΄Δημοτικού, σε ελληνικό σχολείο της Γερμανίας.
Τι κρίμα που δεν διασώθηκε και το τετράδιο των απαντήσεων! 
Αν απαντούσε ο ίδιος ο Ναπολέων, ίσως να απαντούσε με αυτό το υπέροχο ποίημα

Λυπήσου...

Λυπήσου ἐκείνους ποὺ πονοῦν,
βουβὰ κι ἀνώφελα, γιὰ κάτι,
καὶ παίρνουν, γιὰ νὰ λησμονοῦν,
τῆς ζωῆς κάποιο ἄθλιο μονοπάτι...

Λυπήσου αὐτοὺς ποὺ ἔχουν χαθεῖ, 
μὲς στὴν θλιμμένη ὕπαρξή μας, 
κι ἔγιναν αἴνιγμα βαθύ, 
μιὰ καὶ δὲν εἶναι μεταξύ μας...

Κι αὐτόν, κι αὐτὸν ποὺ ἀναπολεῖ 
τὰ περασμένα του λυπήσου: 
μὰ ὅμως, ἀκόμα πιὸ πολύ, 
τὶς ὦρες τῆς βαθειᾶς σιωπῆς σου,

λυπήσου αὐτούς, πού, μιὰ φορά,
μὲ φτερὰ ζοῦσαν, καὶ τὰ χάνουν,
καὶ δὲν τοὺς μένει ἄλλη χαρά,
παρὰ ἡ χαρὰ πὼς θὰ πεθάνουν...


Το υλικό προέρχεται από: 
1. Ναπολέων Λαπαθιώτης "Η ζωή μου", εκδ. Κέδρος 2009
2. sarantakos.com  - εξαιρετική, αναλυτική έρευνα για τη ζωή του ποιητή.
3. Κάτι παμπάλαια τετράδια...



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εδώ υποστηρίζουμε τα ελληνικά γράμματα. Σεβόμαστε τον κώδικα επικοινωνίας του διαδικτύου και δεν "φωνάζουμε" χρησιμοποιώντας κεφαλαία. Είμαστε ευγενικοί και κουβεντιάζουμε πολιτισμένα.